Ένα καινούριο πρόσωπο – του Τζούλιαν Σκοτ “Μπετόβεν”
Σάββατο, 12 Μαρτίου
ΕΒΛΕΠΑ ΤΟΝ ΗΛΙΟ, ΑΛΛΑ δεν μπορούσα ν’ ακούσω τη βροχή. Εφόσον οι σταγόνες της βροχής που πέφτουν κάνουν θόρυβο, σκέφτηκα πως οι ακτίνες του ήλιου θα κάνουν θόρυβο πέφτοντας στη γη. Ρώτησα τον Έντι. Παραξενεμένος γιατί έγνεψε πως όχι. Ο ήλιος ευτυχώς είναι μια αθόρυβη ευλογία, και καμιά φορά παρηγοριέμαι που μπορώ τουλάχιστον να βλέπω τα χρώματα και να διακρίνω το φως απ’ το σκοτάδι.
Περίμενα τον Έντι έξω από το κατάστημα ώρα πολλή. Βγήκε χαρούμενος, και μου είπε ότι το βράδυ θα έφερναν στο σπίτι εκείνο που αγόρασε. Τον ρώτησα τι ήταν και μου είπε ότι δεν ήξερε τη λέξη στη γλώσσα των χεριών, αλλά επιστρέφοντας στο σπίτι θα περνούσαμε από τον αιδεσιμότατο Χάλλεϋ για να τον ρωτήσει.
Ο αιδεσιμότατος Χάλλεϋ μας υποδέχτηκε χαρούμενος. Με ρώτησε πως ήταν η υγεία μου και αν μου άρεσαν τα βιβλία που μου είχε δανείσει. Του είπα πως ακόμα δεν είχα τελειώσει το μυθιστόρημα του Χώθορν, αλλά μου φαινόταν καλό. Όσο για τον Κούπερ, αν ήμουν Ινδιάνος δεν θα μου άρεσε καθόλου να με παριστάνουν σαν έναν ηλίθιο. Ύστερα ο αιδεσιμότατος, αφού μίλησε λίγο με τον Έντι, μου είπε ότι αυτό που θα έφερναν το βράδυ στο σπίτι λέγεται “ραδιόφωνο” (μου έγραψε τη λέξη σε ένα χαρτί), κι ότι είναι ένα κουτί που από μέσα βγαίνουν φωνές. Ρώτησα αν αυτά που λένε οι φωνές τ’ ακούς μόνο ή μπορείς κιόλας να τα διαβάσεις, αν δηλαδή μέσα από το ραδιόφωνο βγαίνει εκεινη η μακριά κορδέλα με το γραμμένο μήνυμα, όπως στον τηλέγραφο. Μου είπε όχι.
Έμεινα στο δωμάτιό μου μέχρι αργά το βράδυ. Είχε πέσει το σκοτάδι, όταν ο Έντι ακούμπησε το χέρι στον ώμο μου και μου είπε πως έφεραν το κουτί. Ήθελε να μου το δείξει. Τον ακολούθησα. Στο καθιστικό ήταν όλοι μαζεμένοι γύρω του. Ένα μεγάλο κουτί, με γυαλιστερό ξύλο, ορθογώνιο. Στο κέντρο κάτι άσπρα κουμπιά, έμοιαζαν με δόντια. Δεξιά κι αριστερά από ένα επίσης άσπρο στρογγυλό κουμπί – σαν μάτια. Κάτω-κάτω, ένα μεταλλικό ταμπελάκι έγραφε ORION. Η Έλεν κουνούσε το κεφάλι ρυθμικά, ο Έντι μου εξήγησε ότι εκείνη τη στιγμή ακουγόταν ένα τραγούδι.
Κυριακή, 20 Μαρτίου
Το καινούριο πρόσωπο που μπήκε στο σπίτι μας, εδώ και μια βδομάδα, έχει εγκατασταθεί για τα καλά μέσα στο καθιστικό. Τα παιδιά άλλαξαν τη θέση των επίπλων, αραδιάζοντας γύρω του τις καρέκλες και την πολυθρόνα της μητέρας τους. Η δική μου έμεινε στην παλιά της θέση.
Δευτέρα, 21 Μαρτίου
Ο Έντι και η Έλεν έχουν βγει από νωρίς και η Τζέην πήγε στη μητέρα της, αφού βεβαιώθηκε ότι δεν θα με πείραζε να μείνω για λίγο μόνος. “Θα διαβάσω”, της είπα, “κι άλλωστε δεν θα είμαι μόνος, θα έχω το ραδιόφωνο για συντροφιά”. Μου είπε εκνευρισμένη (οι κινήσεις των χεριών της ήταν πιο έντονες απ’ ότι συνήθως) ότι έβρισκε το αστείο μου κακόγουστο. Φεύγοντας τράβηξε πίσω της την πόρτα με δύναμη. Άλλος ένας λόγος να χαίρομαι που δεν ακούω. Πήγα στο καθιστικό. Το πρόσωπο απέναντι με κοίταζε. Τα άσπρα κουμπιά σχημάτιζαν ένα σαρδόνιο χαμόγελο. Μου ήταν απρόσιτο, ό,τι έβγαινε από εκείνο το τρομερό στόμα θα ήταν πάντα για μένα ένα επτασφράγιστο μυστικό. Το πλησίασα με την ακλόνητη βεβαιότητα πως κι εγώ ημουν απλόσβλητος απ’ αυτό. Το ξύλο ήταν λείο, καλογυαλισμένο. Σκούρο καφέ, με ζεστές κοκκινωπές αποχρώσεις. Τα μπρούτζινα γράμματα O,R,I,O,N γυάλιζαν κι εκείνα με μια υποκίτρινη λάμψη. Έβαλα το δάχτυλό μου πάνω στο πρώτο-πρώτο δόντι, το πάτησα, όπως είχα δει τον Έντι να κάνει. Το πρόσωπο φωτίστηκε, τα μάτια του ζωντάνεψαν. Κοίταξα τους αριθμούς πίσω από την κόκκινη βελόνα. Θυμήθηκα την Έλεν κι άρχισα να κουνώ το κεφάλι μου ρυθμικά, πάνω κάτω, δεξιά αριστερά, ώσπου νομίζω ότι ζαλίστικα. Ύστερα έμεινα λίγο να το κοιτάζω. Ήταν ανέκφραστο, φωτεινό μα ανέκφραστο. Δύστυχο πρόσωπο! Εγώ να μη μιλώ, να μην ακούω, μα να μπορώ τουλάχιστον να διαβάζω τις εκφράσεις. Κι εσύ, να μη μιλάς, να μην ακούς και να μη μπορείς να αλλάζεις έκφραση σ’ αυτά τα άσπρα, ακίνητα μάτια σου. Ένιωσα μια συμπόνια να με γεμίζει. Έβαλα τις παλάμες μου πάνω στο λείο, καλογυαλισμένο ξύλο. Ήταν ζεστό, σαν το δέρμα ενός αληθινού προσώπου. Κι έστελνε μικρές κανονικές δονήσεις στις άκρες των δαχτύλων μου, σαν μια μικρή καρδιά να βρισκόταν κάτω από τις ανοιχτές παλάμες μου. Σαν να μου έστελνε πίσω το χάδι που του έδινα.
Τρίτη, 22 Μαρτίου
Σήμερα είπα στον Έντι να βάλει την πολυθρόνα μου κοντά στο “ραδιόφωνο”, έτσι ώστε όταν μιλά να μπορώ να αγγίζω το πρόσωπό του.
Τζούλιαν Σκοτ “Μπετόβεν”
Αγγελική Σαββά – Αναχωρήσεις